Μνήμες μιας άλλης λαμπρής και ένδοξης για το ελληνικό έθνος εποχής, μνήμες της φωτεινής ελληνικής αντίστασης απέναντι στους ξένους κατακτητές.
Του Δημήτρη Κατσανάκη
Μνήμες μιας άλλης λαμπρής και ένδοξης για το ελληνικό έθνος εποχής, μνήμες της φωτεινής ελληνικής αντίστασης απέναντι στους ξένους κατακτητές, που τιμούμε για μια φορά ακόμα σήμερα, ζωντανεύουν καθημερινά για κάθε επισκέπτη του Ιστορικού Πολεμικού Μουσείου του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στις άγονες ορεινές περιοχές των Σφακίων στην Κρήτη.
Με αφορμή τη σημερινή επέτειο ας επισκεφθούμε νοερά ένα από τα ελάχιστα -αν όχι το μοναδικό- ιδιωτικά πολεμικά μουσεία στην Ελλάδα ή αν θέλετε μια σπάνια ιδιωτική συλλογή με υλικό που απέμεινε από τις μάχες των Κρητικών εναντίον των Γερμανών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εμπλουτισμένη με απομεινάρια που μαρτυρούν την Επανάσταση των Κρητικών κατά το 1770.
Άγνωστο στο ευρύ κοινό το συγκεκριμένο πολεμικό μουσείο επισκέπτεται κανείς είτε μετά από συστάσεις, είτε εντελώς τυχαία διαβαίνοντας το οροπέδιο Ασκύφου, 50 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της πόλης των Χανίων. Στη δεύτερη περίπτωση ενταχθήκαμε και εμείς φθάνοντας στο μουσείο ανάμεσα στα στενά δρομάκια στο χωριό Καρές προκειμένου να ικανοποιήσουμε την περιέργεια που μας προκάλεσε μια απλή κίτρινη ταμπέλα με την αντίστοιχη ένδειξη στην είσοδο του χωριού.
Σε ένα διώροφο επιβλητικό πέτρινο σπίτι με αρκετά μεγάλη αυλή στεγάζεται η σπάνια συλλογή -αριθμεί πάνω από δυο χιλιάδες αντικείμενα της περιόδου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Κρήτη και όχι μόνο- που δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης πως πρόκειται για μια οικογενειακή υπόθεση και παράδοση που διατηρείται με επιμονή και επιμονή δεκαετιών.
Αμέτρητα τυφέκια, πιστόλια, περίστροφα, πολυβόλα, οπλοπολυβόλα ή εξαρτήματα αυτών, αντιαεροπορικά και άλλα. Οβίδες, νάρκες, τμήματα πολεμικών αεροσκαφών, κράνη, έγγραφα ιστορικά, γνήσια των συμμάχων και των Γερμανών, νάρκες και ό,τι μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου σε παρόμοιο υλικό. Μέχρι και ένα μεγάλο αντιαεροπορικό ρυμουλκούμενο, μοτοσικλέτες κατοχής κ.λπ.
Έλικες από αεροπλάνα, κομμάτια από ανεμοπλάνα, κάννες από γερμανικούς κυνηγούς αρμάτων, σφαίρες χιλιάδες, Αγγλικά και Γερμανικά κράνη, θήκες για χειροβομβίδες, πηλίκια, κομμάτια από ερπύστριες, μπιτόνια βενζίνης, νάρκες, πρωτοσέλιδα της εποχής κατανεμημένα με πολλή φροντίδα στον γερμανικό και τον συμμαχικό τομέα του μουσείου.
Ο κ. Ανδρέας Χατζηδάκης με την κόρη του αναλαμβάνει την ξενάγηση βομβαρδίζοντας τους επισκέπτες με ιστορικά στοιχεία από την «επιχείρηση Ερμής» και τη μάχη της Κρήτης, που ονομάστηκε και «Νεκροταφείο των Γερμανών αλεξιπτωτιστών», εξαιτίας των μεγάλων απωλειών τους, γεγονός που ανάγκασε τον Χίτλερ να διατάξει τον τερματισμό κάθε αεραποβατικής επιχείρησης στο μέλλον. Δίνει διευκρινίσεις για κάθε έκθεμα και την προέλευσή του υποχρεώνοντας τον επισκέπτη να ταξιδέψει στο παρελθόν και να ζήσει έστω και λίγες στιγμές με τους πρωταγωνιστές εκείνης της ταραγμένης εποχής.
Η ηλεκτρονική σελίδα του μουσείου με το λιτό περιεχόμενό της δίνει στοιχεία για την ίδρυση του μουσείου από τον Γιώργο Α. Χατζηδάκη αμέσως μετά τα γεγονότα του Μαΐου 1941 στην Κρήτη. Τα μάτια του δεκάχρονου τότε αγοριού αντίκρισαν την άγρια όψη του πολέμου που στο πέρασμά του σκόρπισε ερείπια, πόνο και θάνατο. Το σπίτι του ήταν ένα από τα χιλιάδες που καταστράφηκαν από τον ανελέητο βομβαρδισμό του εχθρού. Αυτό που του στοίχισε όμως περισσότερο ήταν η απώλεια της μικρότερης αδελφής του. Στο μέτωπό του ήταν εμφανές ένα μεγάλο σημάδι από τον τραυματισμό του που λίγο έλειψε να τον οδηγήσει στην αιματηρή λίστα των αδικοχαμένων παιδιών εκείνου του πολέμου. Πραγματικά οι σκηνές που βίωσε στιγμάτισαν όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή του.
Η υπόλοιπη οικογένειά του και ο ίδιος κατάφεραν να διαφύγουν και να βρουν καταφύγιο λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα σ’ ένα χωριό του Αποκόρωνα (Γεωργιούπολη). Το τέλος του πολέμου του είχε αφήσει μια πικρία… ένα γιατί… Συλλογιζόταν τη ματαιότητά του... Αφού δεν κατάφερε να πολεμήσει και να υπερασπιστεί τα ιερά χώματα του νησιού του θέλησε να το τιμήσει με άλλο τρόπο ως γνήσιος Κρητικός για να κερδίσει και αυτός λίγες σταγόνες αθανασίας.
Ξεκίνησε με πάθος να μαζεύει κάθε απομεινάρι της μάχης για να καταφέρει όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο ίδιος να διατηρήσει ζωντανή την ένδοξη μνήμη των προγόνων μας και να δώσει το έναυσμα στους νεότερους να ασχοληθούν με την ιστορία τους.
Όσοι τον γνώριζαν από κοντά σημειώνουν για το πάθος του: «Γύρισε σε σφακιανά χωριά, έσκαψε, μπήκε σε τρύπες, κρησφύγετα συμμάχων που διέφευγαν και έφτιαξε το δικό του πολεμικό μουσείο, σε ένα δωμάτιο του σπιτιού του στο χωριό του…».
Η συλλογή του σήμερα απαριθμεί πάνω από 2.000 αντικείμενα της περιόδου 1940-44 και συνεχίζει ολοένα να μεγαλώνει χάρη στην επίμονη και αξιοθαύμαστη προσπάθεια του γιου του, Ανδρέα Γ. Χατζηδάκη που κάποια στιγμή ευελπιστεί να βρει έναν τρόπο να τα στεγάσει και να δημιουργήσει ένα πολεμικό μουσείο αντάξιο της ιστορίας τους.
Ο κ. Ανδρέας στέκεται κάτω από τη φωτογραφία του πατέρα του και δέχεται να φωτογραφηθεί μαζί μας. Μας κερνά τσικουδιά και παξιμάδι, χαρακτηριστικά της σφακιανής φιλοξενίας, και μας μιλά για τους επισκέπτες Ελληνες και ξένους.
Κάποιοι περαστικοί επισκέπτες προθυμοποιήθηκαν να βοηθήσουν την οικογένεια να συλλέξει λεπτομερείς πληροφορίες για κάθε αντικείμενο θα μας πει για να θυμηθεί κάποιους επισκέπτες Ιταλούς και κυρίως Γερμανούς, που «επειδή ντρέπονταν για όσα έκαναν οι δικοί τους στον πόλεμο έλεγαν ότι ήταν Αυστριακοί…».
Ο ίδιος ο κ. Ανδρέας συνεχίζει με πάθος τον εμπλουτισμό της συλλογής του πατέρα του, που θα τον κληροδοτήσει με τη σειρά του στον γιο του Γιώργο. Ως δείγμα αυτού του πάθους καλεί τους επισκέπτες να του στείλουν –εφόσον διαθέτουν- εκθέματα για να τα εκθέσει στο μουσείο και να τους μνημονεύσει κιόλας. Όπως συμβαίνει με ένα περίστροφο του παππού του Αναστάσιου Πεπονή –κειμήλιο της οικογένειας- αλλά και το τελευταίο απόκτημα μιας οικογένειας Βρετανών που δώρισαν την αεροπορική στολή του πατέρα για τις ανάγκες του μουσείου.
Ένα μουσείο που δεν τυγχάνει της στήριξης της Πολιτείας παρότι αναδεικνύει μια σπάνια ιστορική κληρονομιά, μας λέει με παράπονο ο κ. Ανδρέας λίγο πριν την αναχώρησή μας από το μουσείο, που δεν έχει εισιτήρια εισόδου. Τα λιγοστά έσοδά του προέρχονται από τις δωρεές των επισκεπτών του, που φεύγουν εντυπωσιασμένοι που σε τόσα λίγα τετραγωνικά μέτρα είναι συγκεντρωμένα τόσα απομεινάρια μιας από τις πλέον ένδοξες σελίδες του ελληνικού έθνους.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΛΑΡΙΣΑΣ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου